Βιολογική Ωρίμανση και Χρονολογική Ηλικία. - greekhandball.com

Τελευταία νέα

Βιολογική Ωρίμανση και Χρονολογική Ηλικία.

Του Ηλία Ζαπαρτίδη

Βιολογική Ωρίμανση και Χρονολογική Ηλικία. Ένας εύκολος και πρακτικός τρόπος να αντισταθμίσουμε τις διαφορές

Κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης ενός ανθρώπινου οργανισμού, προκαλούνται πολύπλοκες βιολογικές διεργασίες οι οποίες αφορούν τις σωματικές διαστάσεις, τα οργανικά συστήματα, και τις ιστοχημικές και βιοχημικές λειτουργίες. Οι διεργασίες αυτές είναι πολύπλοκες και έχουν σημαντική ανταπόκριση σε νευρομυικές, μεταβολικές, καρδιακές, και ορμονικές μεταβολές. Οι ποιοτικές και ποσοτικές αυτές αλλαγές, παρουσιάζουν ποικιλία εκφάνσεων τόσο μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου, όσο και μεταξύ αγοριών και κοριτσιών. Το πρόβλημα που
παρουσιάζεται είναι ότι η χρονολογική ηλικία, συνήθως δεν συμπίπτει με τη βιολογική ηλικία και ωρίμανση του παιδιού, και οι διαφορές αυτές μπορεί να ποικίλουν έως και 4-5 χρόνια. Έτσι, όταν θέλουμε να αξιολογήσουμε την απόδοση ενός παιδιού, ή να σχεδιάσουμε ένα προπονητικό πρόγραμμα, θα πρέπει να γνωρίζουμε την βιολογική και όχι τη χρονολογική ηλικία του παιδιού.

Στις ηλικιακές κατηγορίες της ανάπτυξης, συμμετέχουν αγόρια και κορίτσια 12-15 ετών που θα πρέπει να ακολουθήσουν τον ίδιο όγκο και την ίδια ένταση προπόνησης, χωρίς όμως πολλά από αυτά τα παιδιά, να διαθέτουν τις απαραίτητες λειτουργικές ικανότητες. Ένα ακραίο παράδειγμα (που όμως είναι δυνατόν να συμβαίνει), είναι ότι έχουμε στην ομάδα έναν 14χρονο αθλητή, ο οποίος βιολογικά είναι 10 ετών, και έναν συνομήλικο ο οποίος βιολογικά είναι 18 ετών, είναι σαφέστατο πως δεν μπορούμε να εφαρμόσουμε τις ίδιες προπονητικές επιβαρύνσεις στα δύο αυτά άτομα. Οντογενετικές δραστηριότητες όπως είναι το τρέξιμο, το άλμα και η ρίψη προάγουν την ομαλή αύξηση, αντίθετα άλλες δραστηριότητες που επιβαρύνουν υπέρμετρα το μυοσκελετικό σύστημα ενδεχομένως μπορούν να την αναστείλουν.

Η ασφαλέστερη μέθοδος για τον υπολογισμό της βιολογικής ηλικίας, είναι η ακτινογραφία καρπού και ο υπολογισμός της σκελετικής ηλικίας του παιδιού (εικόνα 1). Ένας άλλος τρόπος εκτίμησης της βιολογικής ωρίμανσης είναι τα στάδια ανάπτυξης του Tanner που βασίζεται στην ανάπτυξη της τριχοφυίας του εφηβαίου και την ανάπτυξη των γεννητικών οργάνων





Λαμβάνοντας υπόψη τους μεθοδολογικούς και πρακτικούς περιορισμούς της αξιολόγησης της ωρίμανσης μέσω των σκελετικών (ακτινοβολία, κόστος), και σεξουαλικών δεικτών, αναπτύχθηκαν εξειδικευμένες για κάθε φύλο εξισώσεις για την εκτίμηση της βιολογικής ωρίμανσης.   Οι εξισώσεις αυτές βασίζονται σε πρακτικά εύκολα μετρήσιμα σωματομετρικά χαρακτηριστικά και εκτιμούν τη βιολογική ωρίμανση σε σχέση με την αλματική αύξηση του αναστήματος. Κατά την έναρξη της εφηβικής αλματώδους εκτίναξης, ο ρυθμός ανάπτυξης στο σωματικό ανάστημα και τη μάζα επιταχύνεται. Ο μέγιστος ρυθμός στο ανάστημα και τη μάζα κατά τη διάρκεια της αλματώδους εκτίναξης αναφέρεταο ως μέγιστη ταχύτητα ύψους (PHV = peak height velocity) και μέγιστη ταχύτητα βάρους (PHW). Είναι αποδεκτό από όλους τους ειδικούς ότι η αλματική αύξηση (PHV), κατά κανόνα λαμβάνει χώρα στα 13.5 – 14 χρόνια για τα αγόρια και στα 11.5 – 12 χρόνια για τα κορίτσια. Τα κορίτσια σταματούν την ανάπτυξη κατά μέσο όρο περίπου στην ηλικία των 16 ετών, ενώ τα αγόρια αναπτύσονται για περίπου 2 χρόνια ακόμη.  Η διαδικασία έναρξης της αύξησης του βάρους του σώματος στα αγόρια ξεκινά 3-6 μήνες μετά την αλματώδη εκτίναξη του ύψους, ενώ στα κορίτσια 3-10 μήνες μετά.
Στον πίνακα 1, παρουσιάζονται πραγματικά δεδομένα από ένα δείγμα 81 αγοριών που ύστερα από την εκτίμηση της βιολογικής ηλικίας κατατάχθηκαν σε πρώιμα και ώψιμα βιολογικά, καθώς και σε εκείνα που βρίσκονταν σε αντιστοιχία με τη χρονολογική τους ηλικία (Μέσοι όροι).     


Η εξίσωση πρόβλεψης προσφέρει μια μη επεμβατική και εφικτή προσέγγιση για την εκτίμηση της κατάστασης ωριμότητας. Οι εξισώσεις για την εκτίμηση που βρίσκεται το άτομο σε σχέση με την αλματώδη ανάπτυξη είναι: 
ΑΓΟΡΙΑ: Maturity offset = –9.236 + 0.0002708 (μήκος ποδιού × καθιστό ανάστημα) – 0.001663 (ηλικία × μήκος ποδιού) + 0.007216 (ηλικία × καθιστό ανάστημα) + 0.02292 (σωματική μάζα : ανάστημα)
ΚΟΡΙΤΣΙΑ:  Maturity offset = –9.376 + 0.0001882 (μήκος ποδιού × καθιστό ανάστημα) + 0.0022 (ηλικία × μήκος ποδιού) + 0.005841 (ηλικία × καθιστό ανάστημα) – 0.002658 (ηλικία × σωματική μάζα) + 0.07693 (σωματική μάζα : ανάστημα). 
Το καθιστό ανάστημα μετριέται από την κορυφή του κρανιακού θόλου μέχρι το επίπεδο της έδρας του καθίσματος,  και το μήκος του κάτω άκρου μετριέται από τη Λαγόνια Ακρολοφία μέχρι τον Αστράγαλο (Εικόνες 2 και 3 αντίστοιχα). 
Σε όλες τις αθλοπαιδιές, είναι σύνηθες το φαινόμενο στις ηλικιακές κατηγορίες να δίνεται προσοχή στα πρώιμα ανεπτυγμένα αγόρια και κορίτσια,καθώς αυτά είναι που υπερέχουν σε σύγκριση με τους συνομηλίκους συναθλητές –τριες τους. Το ορθό είναι να δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στα παιδιά που θα αργήσουν να αναπτυχθούν, γιατί ενδεχομένως και εκείνα να μπορούν αργότερα να αποδόσουν πολύ καλά, αλλά όμως, λόγω της όψιμης ανάπτυξης δεν έτυχαν της κατάλληλης αντιμετώπισης από τους προπονητές και κάπου στην πορεία θα χαθούν. Δεν μπορούμε να επιβραβεύουμε μόνο τα πρώιμα αναπτυσόμενα παιδιά που υπερέχουν προσωρινά λόγω του σταδίου ανάπτυξης και ενδεχομένως όχι του πραγματικού τους ταλέντου.
















Από την άλλη μεριά, τα πρώιμα αναπτυσόμενα παιδιά, με την πάροδο του χρόνου ίσως διαπιστώσουν ότι η υπεροχή τους σταδιακά μειώνεται καθώς οι βιολογικές διαφορές εξαλείφονται. Πρέπει και εδώ να δίνεται ιδιαίτερη προσοχή, φροντίδα και ψυχολογική υποστήριξη, καθώς βασικός σκοπός μας θα πρέπει να είναι η μακροχρόνια παραμονή των παιδιών στο άθλημα. 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Malina, R.M. , Bouchard, C. & Bar-Or, O. (2004). Growth, maturation, and physical activity. 2nd ed. Champaign, IL: Human Kinetics
Mirwald, R.L. Baxter-Jones, A.D., Bailey, D.A. & Beunen, G.P. (2002). An assessment of maturity from anthropometric measurements. Med Sci Sports Exerc, 34, 689-694.
Tanner, J. (1962). Growth and adolescence. 2nd ed. Oxford: Blackwell.
Wickel, E. & Eisenmann, J. (2007). Maturity-related differences in physical activity among 13- to 14- year-old adolescents. Pediatric  Exerc Sci, 19, 384-392.
Ζάκας, Α. (2010). Ανάπτυξη φυσικών ικανοτήτων σε παιδιά και εφήβους στις αθλοπαιδιές. Αυτοέκδοση. Θεσσαλονίκη. 
Κλεισούρας, Β. (1997). Εργοφυσιολογία. Φυσιολογική βάση της μυικής προσπάθειας. Εκδόσεις Συμμετρία. Αθήνα. 


No comments